Tuesday 8 May 2007

Έρωτας, Ελευθεριότητα, Λιμπερτινισμός


Έρωτας και Ελευθεριότητα
από Βασίλης Μαύρος 1:03πμ, Τετάρτη 9 Μαΐου 2007


Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Λάχεσις" που εκδίδουν αυτόνομοι φοιτητές της οδοντιατρικής σχολής του Α.Π.Θ.

Θα επιχειρήσω, στο προκείμενο, μια προσέγγιση που ίσως ξενίσει πολλούς αφού αφετηριακά συνδέει το λιμπερτινισμό με την παθογένεια που έχει επικρατήσει να ονομάζεται Έρωτας και εκδηλώνεται σε πλαίσιο που πολύ παραπέμπει στο γερμανικό ρομαντισμό. Ωστόσο, συνεχίζει με μια σύντομη περιγραφή αναγνώρισης ή ταυτοποίησης, identification πολυσύνθετου συστήματος μη δυνάμενου να μελετηθεί αναλυτικά σε όρους μηχανικής, του λιμπερτίνου σε άλλες εκφάνσεις της ζωής του που διακρίνονται ως πλέον αναγνωριστικές ατόμου που ενστερνίζεται την αυτή κοσμοθεωρία.

Ο λιμπερτινισμός πέρα από τον επικεντρωμένο στην ισχύ θεωρητικό εξοπλισμό του και τη θεώρηση της λίμπιντο ως 'ατίθασης', πλην υποτελούς εντέλει, απόφυσης της Κυριαρχίας, βρίσκεται στους αντίποδες του 'ζαχαρωμένου' ερωτισμού. Eννοιολογικώς κατά κύριο λόγο, αλλά και ως 'τρόπος βίου'. Διότι για τον λιμπερτινισμό, οι ρομαντικές εκφάνσεις συναισθηματισμού ανάμεσα στα μέλη ενός ζεύγους, αποτελούν δευτερεύοντες ή και τελείως ασήμαντους παράγοντες απόλαυσης. Πρωτεύουσα, αντιθέτως, είναι η κατ΄αρχίν αποσυνάρτηση της ηδονής από το συναίσθημα και την αυταπάτη του συνανήκειν, είτε τυπικώς κυρωμένο, όπως ο γάμος, είτε άτυπο, καθώς οι πάσης φύσεως μονογαμικές σχέσεις διανθισμένες με εφήμερες περιπέτειες. Γράφω: 'κατ΄αρχίν αποσυνάρτηση'. Ήτοι, καθόλου δεν γίνεται κανείς λιμπερτίνος ή λιμπερτίνα, μόνο και μόνο επειδή δεν έχει ανάγκη συναισθηματικής φόρτισης με προοπτική κάποιας διάρκειας ή προσδοκία ψυχικής συμμετοχής, προκειμένου να βατεύσει ή να νεμηθεί.

Απάθεια παρατηρείται και στους στερεοτυπικούς ανδροπρεπείς γαμιάδες ή της νεόκοπες παρτόλες. Για τον λιμπερτίνο, η απόσταση από το αντικείμενο της ηδονής είναι αναγκαία αλλά όχι επαρκής συνθήκη ερωτουργίας. Ούτε μια τυχάρπαστη φρενοβλάβεια (συνήθως, η απανθράκωση της λογικής ήτις κοινώς καλείται Έρως, και απορρέει από απρόβλεπτα ισχυρή αντίσταση του ποθητού αντικειμένου στην κυριαρχική απόπειρα εκμηδένισης του, δηλαδή την επιθυμητικά απεγνωσμένη απόπειρα αναγνώρισης και εξιδανίκευσης του Εγώ μας από τον Άλλο/Καθρέφτη) ούτε η χρησιμοθηρική προσκόλληση σε ένα άτομο καθιστά αυτομάτως τον λιμπερτίνο ανάξιο συνεχιστή του ενδόξου παρελθόντος της συνομοταξίας του. Με άλλα λόγια, ο λιμπερτίνος δεν αυτοαναιρείται αν αποφασίσει να νυμφευθεί για να του φέρνει κάποιος το καθίκι όταν φθάσει στην ηλικία της ακράτειας, και δεν αυτοακυρώνεται αν κάποτε υποκύψει, ως κοινό ανθρώπινο ον, στην αναξιοπρεπή μορφή μπεκρουλιάσματος, που ονομάστηκε Έρωτας. Γελοιοποιείται, αν τις αδυναμίες του αυτές τις βαφτίσει, από αιδημοσύνη, 'αγάπη', τις εξιδανικεύσει και εγκαταλείψει προς χάριν τους τη στυγνή ουδετερότητα του ανατόμου της παθολογίας της libido, τον πολυερωτισμό ως βιωμένη ιδεολογία και πράξη, τον ηδονιστικό αναρχισμό ως υπαρξιακή δέσμευση. Αν απαρνηθεί την περιφρόνηση της οικειότητας και της ασφάλειας και τη νοοτροπία φυσιοδίφη των 'ψυχών'. Αν προσχωρήσει στο συρμό και ανεχθεί τον ευνουχισμό μιας γλυκανάλατης ενδοτικότητας σε θεμελιώδεις, τάχα, 'αξίες'. Αν προσχωρήσει σε χριστιανικές ή μυστικιστικές ιδεοληψίες- αποστρέφεται κάθε είδους θρησκευτική, υπερβατική σκέψη. Αν τον τρομοκρατεί ο θάνατος, ως μεταφυσικής τάξεως φαινόμενο. Επίσης συχνά ίδιον του λιμπερτίνου είναι ο πανσεξουαλισμός (η αδιαφορία 'αρχής' για το βιολογικό φύλο των συμπαικτών), οπωσδήποτε ο πανηδονισμός (η κουλτούρα της συνδυαστικής πολυποικιλότητας των εγκόσμιων απολαύσεων) και ο μηδενιστικός αμοραλισμός περί τα σεξουαλικά και όχι μόνον (ο 'διεστραμμένος', αποτελεί υποπερίπτωση λιμπερτίνου, σεξουαλικώς ενοφθαλμισμένη).

Ο λιμπερτίνος δεν έχει καμιά ανάγκη οιασδήποτε, εξωτερικής προς την ωμή σεξουαλική 'έλξη κορμιών', προϋπόθεσης προκειμένου να προβεί σε λαγνουργία. Δεν του χρειάζεται καμμιά 'χημεία' σωμάτων, εγκεφαλική ή πολύ περισσότερο 'καρδιών', καμιά επικοινωνιακή μέθεξη με το αντικείενο της ηδονής, δηλαδή τον/ους εκάστοτε εταίρο/ους. Ο λιμπερτίνος είναι, στην καθημερινή ζωή, θεματοφύλακας νοοτροπιών ξένων προς το μέσο όρο. Ήτοι διακονεί την εμπορικώς ή κοινωνικώς 'άχρηστη' γνώση, είναι καλλιεργημένος γευσιγνώστης, καταφρονεί τις υγιεινολογικές παπαριές, περιποιεί τιμή στο (αυτο)σαρκασμό και αποστρέφεται το άξεστο 'καλαμπούρι' και το 'χαβαλέ', αποθαυμάζει την αυτοκαταστροφή του και ρέπει προς την ακρότατη πρόκληση μόνον όταν αυτή είναι αισθητικώς υψηλή και θανατηφόρα ειρωνική προς το σύνολο των προκαταλήψεων της 'κοινής γνώμης'. Ασφαλώς τα παραπάνω κριτήρια δύσκολα πληρούνται. [Απαραίτητη διευκρίνηση: οι κολάσιμες κατά το κοινό ποινικό δίκαιο μαλακίες που κάμαν ορισμένοι σουρρεαλιστές ασφαλώς δεν περιλαμβάνονται. Αν δε τη βιογραφία αρκετών εξ αυτών δεν είχαν επιμεληθεί μωροθαυμάζοντες δημοσιογράφοι, είμαι βέβαιος πως αρκετά επεισόδια θα κατέληξαν σε ένα γερό μπερτάκι από κάποιον άξεστο λαϊκό τύπο (π.χ. μπετατζή) που αδυνατούσε να αντιληφθεί την 'υψηλή αισθητική της πρόκλησης'.]

Επιστρέφοντας: ο λιμπερτίνος είναι συνηθέστατα πανσεξουαλικός, υπό την έννοια ότι δεν θέτει όρια και δεν υπακούει σε προδιαγραφές- η ηδονοθηρία του δεν απορρέει από απαράγραπτα μονοσήμαντη έλξη προς ένα φύλο, μια γκάμα 'ωριμότητας' ένα τύπο νοητικού ή σωματικού παιγνίου. Δεν απορρίπτει τη σύμφυση ηδονής και πόνου, ούτε την ερωτοτροπία με το αηδές, αλλά δεν τα έχει χρεία. Η άκρα εκλέπτυνσή του φλερτάρει μονίμως και αδιαλείπτως με το ζωώδες, ενώ ταυτόχρονα δεν δεσμεύεται από αισθητικές κατηγοριοποιήσεις, μολονότι είναι βαθύτατα εστέτ, ελιτιστής και περίτεχνα σνομπ. Είναι ο παίκτης, στο χείλος πάντα του γκρεμού, που 'τίκτει' το ωραίο με την αυθαίρετη απόφαση του να το καθιδρύσει ως ωραίο, δεν το ανακαλύπτει ούτε στα πράγματα ούτε στον εαυτό του. Το οικοδομεί με κάθε πράξη του, αδέσμευτος και ως εκ τούτου ναρκισιστικά αντιφατικός, συστηματικός ανατροπεύς της 'συνέπειας λόγων και έργων'.

Ο λιμπερτίνος είναι, ακόμα, πανηδονιστής επειδή δεν σφραγίζει τη λίμπιντο στο κλουβί του σεξουαλικού πόθου, αλλά τη μετασχηματίζει και την παροχετεύει στην απόλαυση της γνώσης για τη γνώση, την υψηλή κουζίνα, τις καλές τέχνες. Ο πανηδονισμός του είναι αριστοκρατικός, προαστικός. Απεχθάνεται την αστική ηθική της εργασίας τόσο όσο και το μετανεωτερικό πολιτισμό της μαζικής κατανάλωσης. Μετά τον 18ο αι. συνδέεται με ορισμένα καλλιτεχνικά-αισθητικά ρεύματα και διαμορφώνει νέες χαρακτηρολογικές τυπολογίες. Έχει συγγένεια με το νταντά ή το σουρεαλισμό (ή μάλλον είχε, μέχρι την εποχή απόσβεσης του κρουστικού αντικτύπου αυτών), των οποίων έχει προηγηθεί η ανάδυση της μορφής του καταραμένου ποιητή ή του μποέμ- εν μέρει και του ρομαντικότροπου δανδή. Σε γενικές γραμμές έχει έντονα πολιτικά χαρακτηριστικά, συνήθως αριστερόστροφα αλλά και ελιτίστικα ακροδεξιά. Αντιπαρέρχομαι τη διάσταση της πολιτικής προσέγγισης, που μάλλον θα κατέληγε σε μια μακροσκελή ανάλυση της ελιτιστικής και ατομοκεντρικής αναρχικής θεώρησης που συχνά ρέπει στην αριστοκρατική αναρχοδεξιά, και κλείνω εστιάζοντας στο θέμα της τέχνης και της προαναφερθείσας πρόκλησης. Πολλάκις εμφανίζονται νεαροί (κατά την ηλικία ή την απειρία) όπου δίκην πρόκλησης επιδίδονται σε επικίνδυνα πληκτικές 'προβοκάτσιες', ήτοι τρόλινγκ. Δεν θα ασχοληθώ καν με την ανύπαρκτη αισθητική αξία των 'προκλήσεων' μα δε μπορώ να μη σχολιάσω την προβλεψιμότητα και νωθρότητα που τις χαρακτηρίζει. Η αισθητική αξία δε θα μπορούσε να είναι υψηλότερη αν ληφθεί υπ' όψιν το υπόβαθρο των προκαλούντων- δε θέλω να υπεισέρθω σε λεπτομέριες, αρκούμαι να αναφέρω το τυπικό μικροαστικό περιβάλον και την μέτρια ακαδημαϊκή μόρφωση ως πλέον αντιπροσωπευτικά στοιχεία. Μόλις τους δημιουργηθεί η ψευδαίσθηση ότι έχουν επιτέλους ξεφύγει από τα δεσμά αυτού του (ομολογουμένως ασφυκτικού) περιβάλοντος, βάλουν έξαλλοι κατά των 'θεσμών' που μέχρι τότε τους καταπίεζαν.

Η όλη προσπάθεια καθίσταται γελοιότερη λόγω α) του μηχανισμού αποδέσμευσης: ανάγνωση μερικών βιβλίων ξεπερασμένου και λίαν παπαρολογικού σουρρεαλισμού και περιορισμένη ή/και αποσπασματική βιωματική εμπειρία όσων με συνέπεια απολαμβάνει ένας λιμπερτίνος β) άγνοια της βασικής ελιτιστικής αρχής περί ήσσονος προσπάθειας. Είναι δε και νωθρή, καθώς οι στόχοι της πρόκλησης είναι πάντα εύκολοι, οι τυπικές ιδεοληψίες/προκαταλήψεις και διανοητικές αγκυλώσεις της εν Ελλάδι μικροαστικής τάξης. Ασχέτως με την παραπάνω αυστηρή κριτική, θέλω να τονίσω πως έχουν την ειλικρινή συμπάθειά μου ένεκα που το πρότυπου του λιμπερτίνου, ως περιγράφη ήδη, τους είναι σαφώς απρόσιτο για πρακτικούς λόγους. Κι επειδή το πρότυπο αυτό δεν θα το χαρακτήριζα επίζηλο σε όλες του τις παραμέτρους, φιλικά τους προτρέπω να προσγειωθούν στην σκληρή πραγματικότητα διότι η δίχως έρεισμα έπαρση είναι πολύ γραφικότερη του συντηρητισμού και της αιδημοσύνης των λαϊκότερων στοιχείων που τόσο λοιδωρούν.

Ας διευκρινίσω τέλος, προλαμβάνοντας τις όποιες αιτιάσεις, πως όντας συνεπής μηδενιστής δεν αφιέρωσα πέραν του μισάωρου για τα παραπάνω. Εμφανές θα απαντήσετε, από την ποιότητα του γραπτού. Παραδεκτό, θα ομολογήσω, αποδίδοντας το στις παρενέργειες της (κλισέ πλέον) πρωινής γκράπας. Θα ήμουν δε ευτυχής αν αποφευχθούν οι εριστικές απαντήσεις καθώς δεν αναφέρομαι ευθέως ή πλαγίως σε κανέναν συγκεκριμένα. Αντίθετα, θα χαρώ να διαβάσω απόψεις σας, δηλωτικές του τρόπου που προσεγγίζετε ή αντιλαμβάνεστε τον λιμπερτινισμό.

ΥΓ: Το κείμενο αφιερούται σε κάποιους εξαίρετους κυρίους που είμαι σίγουρος ότι θα το καταλάβουν. Κάποιοι εξ αυτών υιοθετούν αξίες του λιμπερτινισμού, κάποιοι τον απορρίπτουν αλλά τον κατανοούν. Χαλάλι το μισάωρο της συγγραφής για τις αφεντιές τους.

Β.Μ.



No comments: